Λεοπόλδος

Λεοπόλδος
I
(Leopold). Όνομα δύο αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής (Γερμανικής) αυτοκρατορίας, από τον οίκο των Αψβούργων.
1. Λ. A’ (Βιέννη 1640 – 1705). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους (1658-1705). Ήταν δευτερότοκος γιος του αυτοκράτορα Φερδινάνδου Γ’ (1637-57) τον οποίο διαδέχτηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο, αφού ο μεγαλύτερος αδελφός του Φερδινάνδος είχε πεθάνει αιφνιδίως το 1654, ενώ σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα είχε στεφθεί βασιλιάς της Ουγγαρίας (1655) και της Βοημίας (1656). Πιστός στην παραδοσιακή πολιτική των Αψβούργων, άρχισε τη βασιλεία του επικυρώνοντας τη συμμαχία με την καθολική Πολωνία κατά της προτεσταντικής Σουηδίας. Ήταν μετριοπαθής, συνετός, φίλος των καλών τεχνών και περιστοιχίστηκε από καλλιτέχνες και ανθρώπους των γραμμάτων. Ωστόσο, οι μεγάλες διεθνείς αντιθέσεις τον υποχρέωσαν πολύ γρήγορα να αναλάβει έναν αγώνα κατά των δύο ισχυρών εχθρών της Αυστρίας, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Γαλλίας του Λουδοβίκου ΙΔ’, ο οποίος διήρκεσε έως τον θάνατό του. Είχε στην υπηρεσία του δύο από τους μεγαλύτερους στρατηγούς του αιώνα, τον Μοντεκούκολι και τον Ευγένιο της Σαβοΐας. Έτσι, όταν οι Οθωμανοί πολιόρκησαν τη Βιέννη (1683) κατόρθωσε όχι μόνο να τους νικήσει, αλλά και να τους υποχρεώσει να υπογράψουν τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699), η οποία κατακύρωσε την απόδοση του ουγγρικού στέμματος στην Αυστρία και είχε τελική συνέπεια την παρακμή της μεγάλης Οθωμανικής αυτοκρατορίας και την ανακοπή της τουρκικής προέλασης στην Ευρώπη. Υποχρεωμένος να πολεμά σε δύο μέτωπα, ο Λ. δεν κατόρθωσε να εμποδίσει τις λεγόμενες συγκεντρώσεις των Γάλλων στην Αλσατία, εξαιτίας των οποίων αναγκάστηκε να βρει συμμάχους ανάμεσα στις προτεσταντικές δυνάμεις (Αγγλία και Ολλανδία). Πέθανε λίγους μήνες μετά τη νικηφόρα μάχη που έδωσαν το 1704 τα στρατεύματά του στο Χόχσταντ, κατά τη διάρκεια του πολέμου για τη διαδοχή του ισπανικού θρόνου.
2. Λ. Β’ (Βιέννη 1747 – 1792). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους (1790-92). Ήταν τριτότοκος γιος του Φραγκίσκου Α’ και της αυτοκράτειρας Μαρίας-Θηρεσίας (1740-80). Όταν ο μεγαλύτερος αδελφός του ανήλθε στον θρόνο ως Ιωσήφ Β’, ο Λ. διαδέχτηκε τον πατέρα του στο μεγάλο δουκάτο της Τοσκάνης (1765), το οποίο κυβέρνησε επί 25 χρόνια, επηρεασμένος από τις ιδέες του Διαφωτισμού. Μετά τον θάνατο του αδελφού του, ανήλθε στον θρόνο της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους, ενώ ταυτόχρονα στέφθηκε βασιλιάς της Ουγγαρίας και έγινε αρχιδούκας της Αυστρίας. Εφάρμοσε και στην αυτοκρατορία τη φιλελεύθερη πολιτική που είχε ακολουθήσει στην Τοσκάνη, και παρότι αρχικά τήρησε ουδέτερη στάση στο ξέσπασμα της Γαλλικής επανάστασης, τελικά υπέγραψε τη συνθήκη του Πίλνιτς (1791) με τους Πρώσους, η οποία παρακινούσε τους Ευρωπαίους ηγεμόνες να προστατέψουν με τη βία τη γαλλική μοναρχία. Πέθανε λίγο πριν από την έναρξη του πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας.
II
(Leopold). Όνομα τριών βασιλιάδων του Βελγίου.
1. Λ. Α’ (Κόμπουργκ 1790 – Λάακεν 1865). Πρώτος βασιλιάς του Βελγίου (1831-65). Ήταν γιος του δούκα Φραγκίσκου του Σαξ-Κόμπουργκ Ζάαλφελντ. Ο ίδιος ήταν δούκας της Σαξονίας. Πολέμησε από πολύ νέος στην υπηρεσία του τσάρου Αλεξάνδρου Α’ της Ρωσίας (1777-1825) και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αγγλία (1816). Το 1830 απέρριψε τον θρόνο της Ελλάδας που του προσέφεραν οι αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας), διότι δεν έγιναν αποδεκτοί οι όροι του για παροχή εγγυήσεων ασφάλειας και οικονομικής βοήθειας, ενώ τον επόμενο χρόνο δέχτηκε να γίνει βασιλιάς του Βελγίου. Εργάστηκε με μεγάλη ικανότητα και ενεργητικότητα για τη σταθεροποίηση του κράτους του. Αξιοποίησε τη συγγένειά του με τη βασιλική οικογένεια της Γαλλίας για να προστατεύσει το νέο βασίλειο από τις απόπειρες αντεκδίκησης της Ολλανδίας και πέτυχε τον σκοπό του με τις συνθήκες του Λονδίνου (1839) και της Χάγης (1842). Στον εσωτερικό τομέα κατόρθωσε να δημιουργήσει μια σταθερή θέση υπεράνω κομμάτων, καλώντας διαδοχικά στην κυβέρνηση καθολικούς και φιλελεύθερους. Αν και ασκούσε συνεχή και προσεκτική καθοδηγητική δραστηριότητα, τήρησε πιστά το σύνταγμα, το οποίο ήταν από τα πιο φιλελεύθερα της εποχής.
2. Λ. Β’ (Βρυξέλλες 1835 – Λάακεν 1909). Βασιλιάς του Βελγίου (1865-1909). Ήταν γιος του Λ. Α’ (βλ. 1.), τον οποίο διαδέχτηκε στον θρόνο, και της Λουίζας της Ορλεάνης. Το 1853 παντρεύτηκε τη Μαρία Ενριέτα, αρχιδούκισσα της Αυστρίας, με την οποία απέκτησε έναν γιο που πέθανε σε πολύ μικρή ηλικία. Από την αρχή της βασιλείας του αντιμετώπισε προβλήματα, αρχικά εξαιτίας των βλέψεων του Ναπολέοντα Γ’ επί του Βελγίου και στη συνέχεια κατά τον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870, εξαιτίας του κινδύνου παραβίασης της βελγικής ουδετερότητας, γεγονός που τον υποχρέωσε να λάβει δραστικά στρατιωτικά μέτρα. Στο εσωτερικό αντιμετώπισε τους συνεχείς αγώνες μεταξύ φιλελευθέρων και καθολικών, εναντίον των οποίων, ιδιαίτερα μετά το 1884, πήρε θέση μία τρίτη δύναμη, το Εργατικό Κόμμα, το οποίο πέτυχε αναθεώρηση του συντάγματος (1892) με την καθιέρωση της καθολικής ψηφοφορίας. Ωστόσο, επί των ημερών του συνεχίστηκε η οικονομική ανάπτυξη της χώρας, η οποία βρήκε απέραντο πεδίο δράσης στο (Βελγικό) Κονγκό (σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό), που αρχικά ήταν προσωπική κτήση του Λ. Β’, ο οποίος αργότερα το κληροδότησε στο βελγικό κράτος (1908), αφού το είχε ανακηρύξει σε ανεξάρτητο κράτος του Κονγκό με βασιλιά τον ίδιο.
3. Λ. Γ’ (Βρυξέλλες 1901 – 1983). Βασιλιάς του Βελγίου (1934-51). Ήταν γιος του Αλβέρτου Α’ και της Ελισάβετ της Βαυαρίας και δούκας της Βραβάντης. Την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου πολέμου έζησε στη Μεγάλη Βρετανία και το 1926 παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Άστριντ της Σουηδίας. Μόλις διαδέχτηκε στον θρόνο τον πατέρα του, επιχείρησε αμέσως να χαράξει αποκλειστικά βελγική εξωτερική πολιτική. Έτσι, αφού προσέφερε τη μεσολάβησή του μεταξύ των Αγγλογάλλων και των Γερμανών, τον Νοέμβριο του 1939, επέβαλε στο Βέλγιο αυστηρή ουδετερότητα μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στο Βέλγιο το 1940, ύστερα από ολιγόχρονη αλλά και σθεναρή αντίσταση, ζήτησε ανακωχή παρά τη γνώμη των υπουργών του, προτιμώντας να μείνει αιχμάλωτος στον πύργο του Λάακεν. Εκεί, το 1941 (ενώ η σύζυγος του Άστριντ είχε σκοτωθεί τον Αύγουστο του 1935 σε αυτοκινητικό δυστύχημα, στο οποίο τραυματίστηκε και ο ίδιος) πραγματοποίησε μοργανατικό γάμο με τη Λίλιαν Μπάαλς, η οποία πήρε τον τίτλο της πριγκίπισσας του Ρετί. Ο γάμος αυτός και η στάση του απέναντι στους Γερμανούς εξασθένησαν πολύ τη θέση του. Μετά τον πόλεμο, αν και πέτυχε ένα ευνοϊκό γι’ αυτόν δημοψήφισμα, οι αντιθέσεις που ξέσπασαν στη χώρα σχετικά με το πρόσωπό του τον υποχρέωσαν να ορίσει αντιβασιλιά τον γιο του Μποντουέν (Βαλδουίνο) και τέλος να υποβάλει και τυπικά την παραίτησή του.
Ο βασιλιάς του Βελγίου Λεοπόλδος Γ’.
H δολοφονική απόπειρα εναντίον του Λεοπόλδου B’ του Βελγίου, σε λαϊκή χαλκογραφία της εποχής.
III
(Leopold). Όνομα δουκών της Αυστρίας, από τον οίκο των Αψβούργων.
1. Λ. Α’ των Αψβούργων, ο Ένδοξος (1290; – Στρασβούργο 1326). Δούκας της Αυστρίας (1309-23). Ήταν γιος του αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, Αλβέρτου A’ (1298-1308). Ανέλαβε από κοινού με τον αδελφό του Φρειδερίκο Γ’ τον Ωραίο την ηγεμονία των δουκάτων της Αυστρίας και της Στυρίας (Στάιερμαρκ). Το 1315 νικήθηκε από τους Ελβετούς στο Μόργκαρντεν και αργότερα υποστήριξε τον αδελφό του στη διεκδίκηση του στέμματος της Γερμανίας.
2. Λ. Γ’ των Αψβούργων (1351 – Σέμπαχ 1386). Δούκας της Αυστρίας (1376-86). Ήταν γιος του Αλβέρτου Β’, μετά τον θάνατο του οποίου ανέλαβε τη διοίκηση του μεγαλύτερου μέρους των κρατών των Αψβούργων (Στυρία, Καρινθία, Καρνιόλη, Τιρόλο, Αλσατία) μαζί με τους αδελφούς του Ροδόλφο Δ’ και Αλβέρτο Γ’. Όταν πέθανε ο Ροδόλφος (1365) και τον διαδέχτηκε στον θρόνο ο Αλβέρτος (1365), ο Λ. είχε την ηγεμονία του Τιρόλο και της Πρόσω Αυστρίας. Οι δύο εναπομείναντες αδελφοί χώρισαν τα εδάφη του οίκου τους, δημιουργώντας δύο δυναστικούς κλάδους, των Αλβέρτων και των Λεοπόλδων. Ο Λ. σκοτώθηκε στη μάχη του Σέμπαχ, πολεμώντας εναντίον των Ελβετών.
3. Λ. Δ’ των Αψβούργων (1371 – 1411). Δούκας της Αυστρίας, γιος του Λ. Γ’. Με την υπογραφή της συμφωνίας για τη διανομή της Βιέννης, ο Λ. πήρε το Τιρόλο από τον μεγαλύτερο αδελφό του Γουλιέλμο (1396) και αργότερα τη Στυρία (1404). Μετά τον θάνατο του Γουλιέλμου, ο οποίος ήταν επίτροπος του δούκα Αλβέρτου Ε’, ο Λ. ήρθε σε διένεξη με τις τοπικές συνελεύσεις και τον δούκα Ερνέστο.
4. Λ. Ε’ των Αψβούργων (Γκρατς 1585 – Ίνσμπρουκ 1633). Αρχιδούκας της Αυστρίας και του Τιρόλο (1625-32). Ήταν γιος του Καρόλου Β’ της Στυρίας και ιδρυτής του δεύτερου κλάδου των ηγεμόνων του Τιρόλο, το οποίο του παραχώρησε ο αδελφός του, αυτοκράτορας Φερδινάνδος Β’ (1619-37). Πριν αναλάβει την ηγεμονία, είχε διατελέσει επίσκοπος Πασαβίας (Πασάου) και Στρασβούργου και είχε υποστηρίξει τον Ροδόλφο Β’, τον οποίο είχε προτείνει για το στέμμα της Βοημίας.
Ο Λεοπόλδος A’ της Αυστρίας, πίνακας του Αυστριακού ζωγράφου Σούστερμανς.
IV
Όνομα δύο μεγάλων δουκών της Τοσκάνης.
1. Λ. Α’ (1747 – 1792). Μέγας δούκας της Τοσκάνης και μετέπειτα αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ως Λ. Β’. Βλ. λ. Λεοπόλδος. Όνομα δύο αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής (Γερμανικής) αυτοκρατορίας, από τον οίκο των Αψβούργων (2.).
2. Λ. Β’ (1797 – Αυστρία 1870). Μέγας δούκας της Τοσκάνης (1824-59). Ήταν γιος του Φερδινάνδου Γ’, τον οποίο διαδέχτηκε. Αρχικά συνέχισε τη φιλελεύθερη πολιτική του πατέρα του. Η Τοσκάνη σε όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησής του χαρακτηριζόταν ως όαση ελευθερίας, σε σύγκριση με τα άλλα ιταλικά κράτη. Στις 17 Φεβρουαρίου 1848 ο Λ. παραχώρησε σύνταγμα στον λαό της Τοσκάνης και στις 29 Μαρτίου 1848, με την έγκριση των προοδευτικών στοιχείων του δουκάτου του, έστειλε στρατό για να βοηθήσει το Πεδεμόντιο εναντίον της Αυστρίας. Ο φιλελευθερισμός του όμως δεν ήταν τόσο συνειδητός ώστε να θυσιάσει και τα προσωπικά του συμφέροντα, γι’ αυτό, όταν η δημοκρατική άνοδος στο δουκάτο του άρχισε να γίνεται αισθητή, κατέφυγε στη Γαέτα και ζήτησε από τους Αυστριακούς να καταλάβουν την Τοσκάνη (Φεβρουάριος 1849). Γύρισε έτσι στο δουκάτο με τη βοήθεια των αυστριακών όπλων (Ιούλιος 1849) για να ξαναφύγει οριστικά τον Απρίλιο του 1859, έπειτα από ισχυρή πίεση που άσκησαν οι φιλελεύθεροι πατριώτες, οι οποίοι τον υποψιάζονταν για συνέχιση της συνεργασίας του με τους Αυστριακούς. Προτού φύγει, παραιτήθηκε υπέρ του γιου του, Φερδινάνδου. Η παραίτηση αυτή δεν έσωσε ωστόσο τον θρόνο του, καθώς λίγους μήνες αργότερα η Τοσκάνη προσχώρησε στο βασίλειο του οίκου της Σαβοΐας. Ο Λ. Β’ πέθανε εξόριστος στην Αυστρία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Λεοπόλδος A’ του Βοντεμόν ή Λεοπόλδος Ιωσήφ — (Leopold de Vaudemont, Ίνσμπρουκ 1679 – 1729). Δούκας της Λορένης και του Μπαρ (1690 1729). Ήταν γιος του δούκα Καρόλου Δ’ και της Ελεονόρας της Αυστρίας. Απομακρύνθηκε από την εξουσία από τον Λουδοβίκο ΙΔ’ της Γαλλίας, αλλά επανήλθε μετά τη… …   Dictionary of Greek

  • Λεοπόλδος του Μπάμπενμπουργκ — Όνομα μαργράβων (τίτλος ευγενείας και το αξίωμα του διοικητή παραμεθόριων περιοχών στην Ευρώπη, ανάλογο με τον βυζαντινό ακρίτα) της Αυστρίας, μελών του οίκου των Μπάμπενμπουργκ, ο οποίος ηγεμόνευσε στην Αυστρία από το 976 έως το 1246, με έδρα το …   Dictionary of Greek

  • Αύγουστος, Αιμίλιος Λεοπόλδος — (1772 1822). Δούκας του σαξονικού Γκότα του Αλτενβούργου, πρωτότοκος γιος του Ερνέστου B’ και της ηγεμονίδας Καρλότας Αμαλίας του σαξονικού Μάινεγκεν. Σπούδασε στη Γενεύη. Μετά τον θάνατο του πατέρα του (1804) ανέλαβε τη διοίκηση της χώρας του.… …   Dictionary of Greek

  • Σιρβάζ, Λεοπόλδος — (Survage, Μόσχα 1879 – Παρίσι 1968). Γάλλος ζωγράφος, ρωσικής καταγωγής. Μεγάλη σημασία για την ανάπτυξη και εξέλιξη του καλλιτέχνη είχαν τα μαθήματα που πήρε από το Σεζάν όταν πήγε στο Παρίσι το 1908. Στη Μόσχα ο Σ. είχε λάβα μέρος στην ίδρυση… …   Dictionary of Greek

  • Σταφ, Λεοπόλδος — (Slaff). Πολωνός ποιητής (1878 1957). Οι σημαντικότερες ποιητικές συλλογές του Η ημέρα της ψυχής (1903), Στα πετεινά του ουρανού (1905), Χαμόγελα των ωρών (1908), Η τρύπα της βελόνας (1927) και τα Τα ψηλά δέντρα, αποχτούν ιδιαίτερη σημασία… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκέτι, Λεοπόλδος — (Franchétti, Φλωρεντία 1847 – Ρώμη 1917). Ιταλός πολιτικός και συγγραφέας. Με εξαιρετικό ζήλο αφιερώθηκε στα προβλήματα της νότιας Ιταλίας, συνεχίζοντας το έργο του Ιουστίνου Φορτουνάτο, σε μια προσπάθεια να τα ερμηνεύσει με απλό τρόπο. Το 1876… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …   Dictionary of Greek

  • Αψβούργοι — (Habsburg). Ευρωπαϊκή δυναστεία αλσατικής καταγωγής. Το όνομά της προέρχεται από το φρούριο Άμπζιχτσμπουργκ (Habsichtsburg), που έχτισε στις αρχές του 11ου αι. ο Βέρνερ, επίσκοπος του Στρασβούργου, στον ποταμό Άαρ, στα περίχωρα της Ζυρίχης. Οι Α …   Dictionary of Greek

  • Διαδοχής, πόλεμοι — Τρεις ευρωπαϊκοί πόλεμοι του πρώτου μισού του 18ου αι., που διεξήχθησαν για τη διαδοχή των θρόνων της Ισπανίας, της Πολωνίας και της Αυστρίας. 1. Πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας (1701 13). Ο πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας ξέσπασε με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”